- ἄκανθα
- -ης + ἡ N 1 2-5-13-7-4=31 Gn 3,18; Ex 22,5; Jgs 8,7.16thorny plant Gn 3,18*Ps 31(32),4 ἄκανθαν thorn-קוץ for MT קיץ summer→NIDNTT
Lust (λαγνεία). 2014.
Lust (λαγνεία). 2014.
ἄκανθα — thorn fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
άκανθα — Το αγκάθι, βελονοειδές έκφυμα των φυτών. Με το ίδιο όνομα υπάρχει και θάμνος που αριθμεί τρεις ποικιλίες, ά. η βασιλική, ά. η ινδική και ά. η αραβική καθώς και ένα δέντρο ιθαγενές της Αιγύπτου, γνωστό με την επιστημονική ονομασία ά. η αιγύπτια. Ά … Dictionary of Greek
άκανθα φτέρνας — Ανώμαλη, συχνά επώδυνη, εξόστωση στην πίσω επιφάνεια της φτέρνας … Dictionary of Greek
ἀκάνθας — ἀκάνθᾱς , ἄκανθα thorn fem acc pl ἀκάνθᾱς , ἄκανθα thorn fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄκανθ' — ἄκανθα , ἄκανθα thorn fem nom/voc sg ἄκανθαι , ἄκανθα thorn fem nom/voc pl ἄκανθε , ἄκανθος bearsfoot masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκάνθαι — ἀκάνθᾱͅ , ἄκανθα thorn fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκανθέων — ἄκανθα thorn fem gen pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκανθῶν — ἄκανθα thorn fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκάνθαις — ἄκανθα thorn fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκάνθης — ἄκανθα thorn fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκάνθῃ — ἄκανθα thorn fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)